υποδηματοπώλης

υποδηματοπώλης
ο
ο πωλητής έτοιμων υποδημάτων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • υποδηματοπώλης — ο / ὑποδηματοπώλης, ΝΑ πωλητής υποδημάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπόδημα, υποδήματος + πώλης*] …   Dictionary of Greek

  • -πώλης — ΝΜΑ β συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής ελληνικής γλώσσας που ανάγεται στο ρ. πωλῶ και σημαίνει αυτόν που πουλά ό,τι δηλώνει το α συνθετικό.Παραδείγματα λέξεων με β συνθετικό πώλης: αλλαντοπώλης, ανθοπώλης, ανθρακοπώλης, αρτοπώλης,… …   Dictionary of Greek

  • υποδηματοπωλείο — το, Ν κατάστημα πώλησης έτοιμων υποδημάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < υποδηματοπώλης. Η λ., στον λόγιο τ. ὑποδηματοπωλεῖον, μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”